Y.A. 109088/ 2011 (ΦΕΚ Β' 2824/14.12.2011): Διαδικασία αναγνώρισης τίτλων διαπίστευσης διαμεσολαβητών - Θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας διαπιστευμένων διαμεσολαβητών και Καθορισμός κυρώσεων για παραβάσεις αυτού, όπως τροποποιήθηκε με την Υ.Α. 107309/ 2012 (ΦΕΚ Β' 3417/21.12.2012)
.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1 Τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 2 του νόμου 3898/2010 (Α’211).
2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Άρθρο Μόνο
Α. Καθορίζουμε τη διαδικασία αναγνώρισης τίτλων διαπίστευσης διαμεσολαβητών από φορέα κατάρτισης της αλλοδαπής ως έξης:
Οι τίτλοι διαπιστευμένου διαμεσολαβητή από φορέα κατάρτισης της αλλοδαπής αναγνωρίζονται ως ισότιμοι από την Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών κατά την ακόλουθη διαδικασία:
1. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση για αναγνώριση τίτλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή. Η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται σε ειδικό έντυπο, το οποίο καθορίζεται από την Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών και αποτελεί υπεύθυνη δήλωση για την ακρίβεια των πραγματικών γεγονότων που αναφέρονται σ αυτήν. Η Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών μπορεί να ζητεί πρόσθετα στοιχεία και να καλεί τον ενδιαφερόμενο για συμπληρωματικές επεξηγήσεις.
2. Το έντυπο της αίτησης συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Επικυρωμένο αντίγραφο του τίτλου πιστοποίησης,
β) Αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα, με εκτενή αναφορά στις σπουδές, ξένες γλώσσες, συμμετοχές σε σεμινάρια, συνέδρια, ερευνητικά προγράμματα κλπ, καθώς και σε τυχόν περαιτέρω εκπαίδευση και εμπειρία σε διαδικασίες διαμεσολάβησης.
γ) Πιστοποιητικό του φορέα κατάρτισης που απευθύνεται στην Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών του άρθρου 6 παρ. 1 του νόμου 3898/2010, με το οποίο βεβαιώνεται:
αα) ο συνολικός αριθμός των ωρών εκπαίδευσης,
ββ) η διδαχθείσα ύλη,
γγ) ο τόπος διεξαγωγής της εκπαίδευσης,
δδ) ο αριθμός των συμμετεχόντων,
εε) ο αριθμός και τα προσόντα των εκπαιδευτών,
ζζ) η διαδικασία εξέτασης και αξιολόγησης των υποψηφίων και ο τρόπος κατοχύρωσης του αδιάβλητου χαρακτήρα αυτών.
3. Εάν η εκπαίδευση και αξιολόγηση έγινε στην ημεδαπή από φορέα αλλοδαπής προέλευσης, πέραν των ανωτέρω δικαιολογητικών, απαιτείται και πιστοποιητικό του φορέα κατάρτισης που απευθύνεται στην Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών του άρθρου 6 παρ. 1 του νόμου 3898/2010, με το οποίο βεβαιώνεται ότι η ποιότητα της παρασχεθείσας εκπαίδευσης και αξιολόγησης είναι εφάμιλλη εκείνων που θα παρείχοντο, εάν η εκπαίδευση είχε γίνει στο κράτος προέλευσης του φορέα κατάρτισης.
4. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής αναθέτει το φάκελο του ενδιαφερόμενου σε μέλος της Επιτροπής, το οποίο, μετά τη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων, συντάσσει εισήγηση που την υποβάλλει στον Πρόεδρο. Η εισήγηση με το σχετικό φάκελο εισάγεται από τον Πρόεδρο προς συζήτηση ενώπιον της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών εντός 15 ημερών από την υποβολή της εισήγησης και η απόφαση τη Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών λαμβάνεται εντός 15 ημερών.
«5. Η Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών δέχεται την ισοτιμία του τίτλου διαπίστευσης, εφόσον ο εν λόγω τίτλος προέρχεται από αναγνωρισμένου κύρους φορέα της αλλοδαπής και ο ενδιαφερόμενος έχει αποδεδειγμένη εμπειρία τριών τουλάχιστον συμμετοχών σε διαδικασίες διαμεσολάβησης ως διαμεσολαβητής ή βοηθός διαμεσολαβητή ή νομικός παραστάτης ενός εκ των μερών. Η Επιτροπή μπορεί, κατά την κρίση της, να ζητήσει από τον ενδιαφερόμενο την υποβολή του σε συμπληρωματική εξέταση, ιδίως στην περίπτωση που η κατάρτιση του πραγματοποιήθηκε στην ημεδαπή από φορέα αλλοδαπής προέλευσης.
Αναφορικά με την αναγνώριση ισοτιμίας τίτλου διαπίστευσης που έχει αποκτηθεί στην αλλοδαπή ή από αναγνωρισμένου κύρους φορέα κατάρτισης αλλοδαπής προέλευσης κατόπιν εκπαίδευσης παρασχεθείσας στην Ελλάδα, η Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών δύναται να δέχεται την ισοτιμία του τίτλου διαπίστευσης, ακόμη και εάν ο ενδιαφερόμενος δεν έχει αποδεδειγμένη εμπειρία τριών τουλάχιστον συμμετοχών σε διαδικασίες διαμεσολάβησης ως διαμεσολαβητής ή βοηθός διαμεσολαβητή ή νομικός παραστάτης ενός εκ των μερών, εφόσον από τα εν γένει στοιχεία του φακέλου του ενδιαφερομένου προκύπτει αναμφισβήτητα η συνεχής επιμόρφωση του και η συστηματική του ενασχόληση με το θεσμό της διαμεσολάβησης και εφόσον ο τίτλος αυτός αποκτήθηκε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2012».
*** Η εντός « » παράγραφος τροποποιήθηκε ως άνω με την ΥΑ 107309οικ./20-12-2012 (ΦΕΚ Β’ 3417/21.12.2012).
6. Με την υποβολή της αίτησης καταβάλλεται παράβολο υπέρ του Δημοσίου που καθορίζεται στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ.
Β. Θεσπίζουμε Κώδικα Δεοντολογίας διαπιστευμένων διαμεσολαβητών ως εξής:
Άρθρο 1
ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ
1.1 Προσόντα
Οι διαμεσολαβητές πρέπει να είναι διαπιστευμένοι από έγκυρο φορέα εκπαίδευσης και διαπίστευσης διαμεσολαβητών. Στους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη εν προκειμένω περιλαμβάνονται η κατάλληλη επαγγελματική κατάρτιση και η διαρκής ενημέρωση της εκπαίδευσης και της πρακτικής τους εξάσκησης όσον αφορά τις δεξιότητες διαμεσολάβησης, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν σχετικών προτύπων ή συστημάτων διαπίστευσης.
1.2. Διορισμός
Ο διαμεσολαβητής συνεννοείται με τα μέρη σχετικά με τις κατάλληλες ημερομηνίες για τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης. Πριν αποδεχθεί τον διορισμό του, ο διαμεσολαβητής πρέπει να βεβαιωθεί ότι διαθέτει τις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται για τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης και, εφόσον του ζητηθεί, παρέχει στα μέρη πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του.
1.3 Διαφήμιση/προώθηση των υπηρεσιών του διαμεσολαβητή
Οι διαμεσολαβητές δύνανται να προωθούν τις υπηρεσίες που προσφέρουν, κατά τρόπο επαγγελματικό, ειλικρινή και αξιοπρεπή.
Άρθρο 2
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΑΜΕΡΟΛΗΨΙΑ
2.1 Ανεξαρτησία και ουδετερότητα
Ο διαμεσολαβητής δεν επιτρέπεται να αναλάβει εργασία και, αν την έχει ήδη αναλάβει, δεν επιτρέπεται να τη συνεχίσει εάν προηγουμένως δεν καταστήσει γνωστές τις τυχόν περιστάσεις οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν ή να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία του το ίδιο ισχύει για κάθε σύγκρουση συμφερόντων. Η υποχρέωση γνωστοποίησης τέτοιων περιστάσεων ισχύει εις το διηνεκές και καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμεσολάβησης.
Περιστάσεις που αναφέρεται πιο πάνω περιλαμβάνουν:
α) κάθε προσωπική ή επαγγελματική σχέση με ένα από τα μέρη
β) οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, άμεσο ή έμμεσο, από την έκβαση της διαμεσολάβησης
γ) το γεγονός ότι ο διαμεσολαβητής ή άλλο στέλεχος της εταιρείας για την οποία εργάζεται έχει ενεργήσει κατά το παρελθόν υπό άλλη ιδιότητα πλην του διαμεσολαβητή για κάποιο από τα μέρη.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ο διαμεσολαβητής επιτρέπεται να αποδεχθεί να αναλάβει καθήκοντα διαμεσολαβητή ή να εξακολουθήσει να τα ασκεί μόνον εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση με πλήρη ανεξαρτησία και ουδετερότητα, ούτως ώστε να διασφαλίζεται πλήρης αμεροληψία, και με τη ρητή συγκατάθεση των μερών.
2.2 Αμεροληψία
Ο διαμεσολαβητής ενεργεί και πρέπει και προς οποιονδήποτε τρίτο να δίνει την εντύπωση ότι ενεργεί σε μόνιμη βάση με αμεροληψία έναντι των μερών και μεριμνά για την ισότιμη εξυπηρέτηση όλων των μερών στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης.
Άρθρο 3
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ,
ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΗ
3.1 Διαδικασία
Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει μέριμνα ούτως ώστε τα μέρη της διαμεσολάβησης να κατανοούν τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας που πρόκειται να ακολουθηθεί, καθώς και τον ρόλο του διαμεσολαβητή και των μερών.
Ο διαμεσολαβητής βεβαιώνεται, ιδίως, ότι πριν από την έναρξη της διαμεσολάβησης τα μέρη έχουν κατανοήσει και συμφωνήσει ρητώς τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμφωνίας διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των διατάξεων που ενδεχομένως διέπουν τις υποχρεώσεις εχεμύθειας που βαρύνουν τον διαμεσολαβητή και τα μέρη.
Κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε των μερών, η συμφωνία διαμεσολάβησης καταρτίζεται γραπτώς.
Ο διαμεσολαβητής φροντίζει για την προσήκουσα διεξαγωγή της διαδικασίας, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της εκάστοτε υπόθεσης, π.χ. τις πιθανές ανισορροπίες ισχύος, τυχόν επιθυμίες που έχουν εκφράσει τα μέρη και την ανάγκη για ταχεία επίλυση της διαφοράς. Τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνήσουν με τον διαμεσολαβητή τον τρόπο διεξαγωγής της όλης διαδικασίας είτε με παραπομπή σε κάποιο σύνολο κανόνων ή με άλλον τρόπο.
Αν το κρίνει σκόπιμο, ο διαμεσολαβητής δύναται να ακροασθεί έκαστο μέρος χωριστά.
3.2 Ευθυδικία
Ο διαμεσολαβητής διασφαλίζει ότι όλα τα μέρη έχουν επαρκή δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία.
Ο διαμεσολαβητής, αν το κρίνει σκόπιμο, ενημερώνει τα μέρη και δύναται να περατώσει τη διαμεσολάβηση εφόσον:
α) επέρχεται διευθέτηση της διαφοράς η οποία, κατά την κρίση του φαίνεται μη εκτελεστή ή παράνομη, με γνώμονα τα δεδομένα της υπόθεσης και την ικανότητα του διαμεσολαβητή να διατυπώσει μια τέτοια κρίση ή
β) ο διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η συνέχιση της διαμεσολάβησης είναι απίθανο να οδηγήσει στη διευθέτηση της διαφοράς.
3.3 Περάτωση της διαδικασίας
Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η διευθέτηση που ενδεχομένως θα εξευρεθεί για την επίλυση της διαφοράς είναι προϊόν γνώσης και εμπεριστατωμένης συναίνεσης όλων των μερών, καθώς επίσης ότι όλα τα μέρη κατανοούν τους όρους της συμφωνίας.
Τα μέρη είναι ελεύθερα ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσουν από διαδικασία διαμεσολάβησης χωρίς αιτιολογία.
Ο διαμεσολαβητής δύναται, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε των μερών και εντός των ορίων της εντολής του, να ενημερώσει τα μέρη για το πώς μπορούν να επισημοποιήσουν τη μεταξύ τους συμφωνία και για το πώς μπορούν να την καταστήσουν εκτελεστή.
3.4 Αμοιβή
Ο διαμεσολαβητής οφείλει σε κάθε περίπτωση να παρέχει στα μέρη πλήρη ενημέρωση για τον τρόπο αμοιβής του που σκοπεύει να εφαρμόσει, εκτός αν οι σχετικές πληροφορίες έχουν ήδη παρασχεθεί. Ο διαμεσολαβητής δεν αποδέχεται την αποστολή του προτού όλα τα μέρη της εκάστοτε διαφοράς συμφωνήσουν με τις αρχές που ισχύουν για την αμοιβή του.
Άρθρο 4
ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ
Ο διαμεσολαβητής τηρεί απόρρητες όλες τις πληροφορίες, οι οποίες έχουν προκύψει εκ της διαμεσολάβησης ή σε σχέση με αυτήν, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι πρόκειται να διεξαχθεί ή έχει διεξαχθεί διαμεσολάβηση, εκτός αν είναι υποχρεωμένος να πράξει άλλως εξαιτίας διάταξης νόμου ή για λόγους δημόσιας τάξης.
Κάθε πληροφορία η οποία κοινολογείται εμπιστευτικά στον διαμεσολαβητή από ένα μέρος δεν επιτρέπεται να κοινολογείται στα άλλα μέρη, εκτός αν παρέχεται σχετική συγκατάθεση ή η κοινολόγηση της εκάστοτε πληροφορίας είναι υποχρεωτική βάσει του νόμου.
Άρθρο 5
ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων του διαμεσολαβητή που επιβάλλονται από τον Κώδικα Δεοντολογίας, ο Υπουργός Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αφού λάβει τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών, δύναται να προβεί σε οριστική ή προσωρινή ανάκληση της διαπίστευσης, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης ή την καθ’ υποτροπή συμπεριφορά του διαμεσολαβητή.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 2011
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ