Hμερίδα με θέμα «Διαμεσολάβηση: Μία συνεχής πρόκληση»

Τρίτη, 05/04/2016

Στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Εφετείου Αθηνών, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τίμησε την 20η    Μαρτίου, « Ημέρα της Διαμεσολάβησης»  διοργανώνοντας ημερίδα με θέμα «Διαμεσολάβηση: Μία συνεχής πρόκληση».

Ο εκπρόσωπος του Υπουργού Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Παναγιώτης Γιαννακόπουλος  απηύθυνε χαιρετισμό.

Επίσης,   χαιρετισμό   απηύθυναν   η   Εισαγγελέας   του   Αρείου   Πάγου   Ευτέρπη Κουτζαμάνη , ο κ. Παναγιώτης Πικραμμένος τ. Πρόεδρος ΣτΕ , Πρόεδρος Ο.Π.Ε.Μ.ΕΔ, ο κ. Γεώργιος Ορφανίδης Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας στην Νομική Σχολή Αθηνών και ο Ομότιμος Καθηγητής Α.Π.Θ. – Πρόεδρος της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών , Αντ. Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών,  κ. Λάμπρος Κοτσίρης.

Με πρόταση του διευθύνοντος σε συζήτηση τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στην μνήμη του εξαίρετου ανθρώπου και δικαστή τέως προϊσταμένου του Εφετείου Αθηνών , του Προέδρου Εφετών, Δημήτριου Μόκκα , που τόσο ξαφνικά και άδικα έφυγε απο κοντά μας

Ομιλητές της Ημερίδας ήταν οι:

- Ιωάννα Μάμαλη , Πρόεδρος Πρωτοδικών, Δικαστική Διαμεσολαβήτρια

- Σπύρος     Αντωνέλος,     Δικηγόρος,     Διαμεσολαβητής     MCIArb,     Εκπαιδευτής

Διαμεσολαβητών, συγγραφέας.

- Δημήτρης Μάντζος, Δικηγόρος – Διαμεσολαβητής, Υποψ. Διδάκτωρ Νομικής

- Στέλιος Μανουσάκης, Δικηγόρος – Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής

Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους οι:

-  H εισαγγελέας  Αρείου  Πάγου Κα. Ευτέρπη Κουτζαμάνη

-  Η  Πρόεδρος της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών , Πρόεδρος Εφετών Κα Ειρήνη

Γιανναδάκη

- Η Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών κ΄ Εισαγγελέων Ελλάδος , Εφέτης Κα Μαργαρίτα

Στενιώτη

- Ο Πρόεδρος Δ.Σ.Π. κ. Γιώργος Σταματογιάννης

-  ο τέως   Γ.Γ. Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας κ΄.Ανρωπίνων Δικαιωμά. κ. Νικόλαος Κανελλόπουλος

- Αθανάσιος Κουτρομάνος- Επίτιμος Πρόεδρος του Αρείου Πάγου

- Σπυρίδων Ζιάκας – Επίτιμος Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΣΤΙΣ 22 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΣΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ, του Χαράλαμπου Μαχαίρα, Αρεοπαγίτη, (LLM Lon), (CEDR Accredited Mediator).

«ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΩΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ»

Από τότε που άρχισα να ασχολούμαι με το φαινόμενο της διαμεσολάβησης και την εμφάνισή της στην κοινωνική ζωή, έχουν περάσει περισσότερο από δέκα χρόνια. Πως εξελίσσεται αυτή στις έννομες τάξεις της παγκόσμιας νομικής κοινότητας; Ποιο είναι το μέλλον της; Πως θα την εξελίξουμε; Είναι η διαμεσολάβηση η απάντηση σε κάποια προβλήματά μας και ποια; Αυτές είναι ερωτήσεις που κατά καιρούς με απασχόλησαν και με απασχολούν.

Το αντικείμενο της σημερινής εισήγησης αφορά το μέλλον της διαμεσολάβησης στην Χώρα μας και τι θα μπορούσε να γίνει γι’ αυτό ώστε να αποτελέσει μια  αξιόπιστη  και  γενικά  αποδεκτή  εναλλακτική  πρόταση  στην επίλυση διαφορών μεταξύ ιδιωτών και ειδικότερα ποια βήματα θα μπορούσαν να γίνουν ώστε να προωθηθούμε προς μία θετική κατεύθυνση. Να διευκρινίσω ότι με τον όρο «διαφορά», εννοώ τις ιδιωτικές διαφορές, τόσο τις εμπορικές όσο και τις ατομικές – προσωπικές, αφού ούτως ή άλλως, mutatis mutandis, ισχύουν οι ίδιες βασικές αρχές. Η οπτική γωνία με την οποία το σημερινό σημείωμα προσεγγίζει την έννοια της διαμεσολάβησης, είναι ότι κείται πέρα από τις παραδοσιακές μορφές της προσφυγής σε δημόσια δίκη ή διαιτησία, αντιμετωπίζοντάς την κυρίως ως ένα αυτοτελή και παράλληλο αλλά όχι κατ’ ανάγκη ανταγωνιστικό τρόπο επίλυσης διαφορών και δευτερευόντως ως μία επιβοηθητική λειτουργία στις άλλες δύο μορφές. Να διευκρινίσω ακόμα, ότι δεν αναφέρομαι ειδικά  στην δικαστική μεσολάβηση ή  στη διαμεσολάβηση αλλά στην γενικότερη έννοια της διαμεσολάβησης. Πολύ περιληπτικά και θεωρώντας ότι η έννοιά της είναι λίγο πολύ γνωστή, σε όλους σας, ορίζουμε ότι ως διαμεσολάβηση θεωρείται μία διαδικασία κατά την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη, που έχουν μια διαφορά μεταξύ τους και για την οποία έχουν την εξουσία διαθέσεώς της, επιχειρούν με την βοήθεια ενός κατάλληλα εκπαιδευμένου και ουδέτερου τρίτου προς αυτά προσώπου, το οποίο επιλέγουν ελεύθερα οι ίδιοι, να συμφωνήσουν σε μία αποδεκτή αμοιβαία λύση. Κορυφαίο ρόλο φυσικά, παίζει το πρόσωπο αυτό, δηλ. ο διαμεσολαβητής. Το αυτό βεβαίως ισχύει και για τους νομικούς παραστάτες των ενδιαφερομένων μερών τόσο κατά τον χρόνο προετοιμασίας όσο και κατά την ημέρα της διαμεσολάβησης. Επισημαίνεται λοιπόν, πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του δικηγόρου – συνηγόρου, να πείσει τους ενδιαφερόμενους να οδηγηθούν σε χρήση υπηρεσιών διαμεσολάβησης. Ξεφεύγει όμως της παρούσας εισήγησης η περαιτέρω ανάπτυξη του ρόλου τους, γι’ αυτό θα περιορισθώ απλώς να τονίσω μόνο την ανάγκη να είναι  επαρκώς εκπαιδευμένοι στο αντικείμενο και φυσικά την υπέρτατη ανάγκη ο διαμεσολαβητής να είναι ουδέτερος και αμερόληπτος.

Οι καταβολές των συναινετικών τρόπων επίλυσης διαφορών στην κοινωνία των ανθρώπων, χάνονται στο βάθος των αιώνων. Η νοοτροπία αποφυγής των συγκρούσεων και ειρηνικής επίλυσης των διαφορών ήταν και παραμένει βαθιά ριζωμένη σε πολλές κοινωνίες. Εκείνο όμως το οποίο  μας ενδιαφέρει τώρα είναι οι προοπτικές της. Η Οδηγία 2008/52/ΕΚ (21-5-2008) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αναφέρεται σε διασυνοριακές διαφορές ανάμεσα σε ενδιαφερόμενους των κρατών – μελών έφερε θετικές εξελίξεις και έδωσε ώθηση σ’ αυτό τον εναλλακτικό τρόπο επίλυσης των διαφορών. Έκτοτε στην Ελλάδα δημιουργήθηκε σαφές νομοθετικό πλαίσιο. Ο βασικός νόμος είναι ο Ν. 3898/2010, ο οποίος ρυθμίζει την διαμεσολάβηση στις αστικές και εμπορικές   διαφορές,   ενσωματώνοντας   στην   Ελληνική   Νομοθεσία   την Κοινοτική Οδηγία, όπως και η θέσπιση και άλλων διατάξεων. Ωστόσο, η διαμεσολάβηση παρά τα αναμφισβήτητα πλεονεκτήματα και οφέλη για τα μέρη που αποφασίζουν να προσφύγουν σ’ αυτή, δεν θα καταστεί μετρήσιμη πραγματικότητα για τη χώρα μας από μόνη της. Χρειάζεται μεθοδική προετοιμασία και προσπάθεια για να γίνει κτήμα / βίωμα της ελληνικής κοινωνίας ως ένας πραγματικά αποτελεσματικός τρόπος επίλυσης διαφορών, τόσο στο ατομικό όσο και στο εμπορικό πεδίο. Πρέπει να πεισθούν οι ενδιαφερόμενοι ότι είναι προς το συμφέρον τους να προσφύγουν σ’ αυτήν. Σε διαφορετική περίπτωση, όλα αυτά θα παραμείνουν γράμμα κενό. Το πως θα γίνει αυτό, είναι το ζητούμενο.

Θα επιχειρήσω λοιπόν, να προσεγγίσω περαιτέρω το θέμα και να συνοψίσω τι πρέπει κατά τη γνώμη μου να γίνει για το μέλλον της διαμεσολάβησης και την περαιτέρω προώθησή της στη Χώρα μας. Η επιτυχία του θεσμού δεν μπορεί να επέλθει ούτε κατά ένα «μαγικό» τρόπο, ούτε έτσι ξαφνικά και απροσδόκητα. Όπως στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, έτσι και στην Ελλάδα ο θεσμός πρέπει να στηριχθεί και να προωθηθεί συστηματικά και μελετημένα.

Η πρώτη επισήμανση που πρέπει να γίνει είναι, ότι ήδη το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, έξη χρόνια μετά τον εισαγωγή του νόμου 3898, χρειάζεται βελτιώσεις, με εκσυγχρονισμό και συμπληρώσεις. Η έστω και μικρή, ή, όποια άλλη  διείσδυση  σήμερα  της  διαμεσολάβησης  στην  έννομη  τάξη,  έχει  ήδη

καταδείξει ότι χρειάζονται τέτοιες παρεμβάσεις. Επομένως, προγραμματίζουμε, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε βελτίωση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου με την ενσωμάτωση σε αυτό της μέχρι τώρα εμπειρίας μας..

Στον εκπαιδευτικό τομέα. Ξεκινώ με αναφορά στην Εθνική Σχολή Δικαστών, στο πρόγραμμα της οποίας σκόπιμο είναι να καθιερωθούν και να πραγματοποιούνται σε κάθε εκπαιδευτική σειρά, τουλάχιστο εκπαιδευτικά σεμινάρια ώστε να εξοικειώνονται οι νέοι δικαστές με το θεσμό και τις βασικές έννοιές του.

Εισαγωγή, του γνωστικού αντικειμένου της διαμεσολάβησης στα διδακτικά προγράμματα των νομικών σχολών.

Ματαιοπονούμε αν πιστεύουμε ότι θα αναπτύξουμε κουλτούρα διαμεσολάβησης αν στα παραπάνω εκπαιδευτικά ιδρύματα δεν προχωρήσουμε σε τέτοιες βασικές και στοχευμένες δράσεις.

Τέλος αλλά όχι και τελευταίο, συστηματική επιμόρφωση γενικότερα των ήδη υπηρετούντων δικαστών, των δικηγόρων και των λοιπών πτυχιούχων νομικών σχολών, που ενδιαφέρονται και επιθυμούν να ενημερωθούν για τις βασικές αρχές του θεσμού.

Συστηματική ενημέρωση των στελεχών των επιχειρήσεων και των επαγγελματιών, μέσω των Επιμελητηρίων τους.

Πιλοτικά προγράμματα πρέπει να διαμορφωθούν και να υλοποιηθούν. Και να αποβούν επιτυχημένα. Στα πλαίσια αυτών, για παράδειγμα, τα δικαστήρια θα μπορούσαν να παραπέμπουν κάποιες κατάλληλες κατά την κρίση τους διαφορές, ενδεχομένως απλές στην αρχή, σε δικαστή - μεσολαβητή ή σε δικηγόρους - διαμεσολαβητές, οι οποίοι θα παρευρίσκονται πλησίον των αιθουσών συνεδριάσεων, για την άμεση επίλυση των διαφορών. Αρχικά οι υπηρεσίες διαμεσολαβήσεις αυτές, θα μπορούσαν από την πλευρά των δικηγόρων – διαμεσολαβητών, να παρέχονται δωρεάν στους διαδίκους. Εξαιρετικά σημαντική, θεωρείραι σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ελβετία, η υλοποίηση προγραμμάτων, με αντικείμενο την αποκαλούμενη «σχολική διαμεσολάβηση». Με αυτή επιχειρείται να αντιμετωπισθούν κρούσματα σχολικής βίας. Το   σημαντικότερο όμως όφελος από την εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων σχολικής διαμεσολάβησης, είναι η εμπέδωση στη νεολαία μιας

κουλτούρας και αντίληψης για φιλική διευθέτηση των μεταξύ τους διαφορών, η οποία θα συνεχισθεί εφόσον καλλιεργηθεί κατάλληλα περαιτέρω και στον μετέπειτα κοινωνικό και επαγγελματικό τους βίο.

Εδώ, θα ήθελα να μοιρασθώ μαζί σας μία σκέψη και πρότασή μου. Για την καλύτερη προώθηση του θεσμού στην Ελλάδα, θεωρώ ότι θα ήταν σκόπιμη η ίδρυση   ενός γενικού συντονιστικού οργάνου πανελλήνιας εμβέλειας, με συμμετοχή Δικαστών, Δικαστικών Ενώσεων, Δικηγορικών Συλλόγων, Επιμελητηρίων, της Πολιτείας, αλλά και ιδίως κοινωνικών φορέων και άλλων ιδιωτικών πρωτοβουλιών που έχουν ως σκοπό την προώθηση του θεσμού. Σκοποί του εν λόγω οργανισμού ενδεχομένως να αποτελούσαν ο συντονισμός όλων των παραγόντων της διαμεσολάβησης και η διευκόλυνσή τους στην εφαρμογή της, η σχεδίαση και επίβλεψη εφαρμογής ποικίλων πιλοτικών προγραμμάτων και η δημιουργία γέφυρας επικοινωνίας και συντονισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε θέματα που αφορούν την προώθηση της διαμεσολάβησης. Το πώς θα γίνει αυτό προκειμένου να είναι αποτελεσματικό, είναι αντικείμενο προσεκτικού σχεδιασμού, λήψης των αντίστοιχων αποφάσεων και υλοποίησης του σχεδίου.

Ένα άλλο ζήτημα που με έχει απασχολήσει πολύ και πρέπει να σας πω ότι ακόμα δεν είμαι απόλυτα βέβαιος για την άποψη που πρέπει να υιοθετήσω σε αυτό, είναι κατά πόσο η διαμεσολάβηση θα πρέπει να είναι προαιρετική ή υποχρεωτική. Διευκρινίζω βέβαια, ότι αναφέρομαι φυσικά όχι στην υποχρεωτική επίλυση της διαφοράς με διαμεσολάβηση, αλλά απλώς και μόνο στην παραπομπή της σε διαμεσολάβηση, από την οποία το κάθε ενδιαφερόμενο μέρος, ως γνωστό μπορεί να αποχωρήσει ελεύθερα και οποτεδήποτε. Διερωτώμαι λοιπόν, εάν πρέπει η παραπομπή σε διαμεσολάβηση να είναι υποχρεωτική. Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε γεννάται το ερώτημα για ποιες διαφορές; Για όλες ανεξαιρέτως; Τι θα ωφελούσε μια τέτοια υποχρεωτικότητα αφού το οποιοδήποτε μέρος μπορεί να αποχωρήσει κατά το δοκούν; Η απάντηση εδώ δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Θα μπορούσε να καθιερωθεί ένα είδος υποχρεωτικής παραπομπής σε δικαστική μεσολάβηση από το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της διαφοράς και κρίνει ότι το αντικείμενό της είναι επιδεκτικό μιας τέτοιας

επίλυσης και προς το συμφέρον των διαδίκων. Ενδεχομένως, τα μέρη θα πρέπει να διατηρούν σε μία τέτοια περίπτωση το δικαίωμα αντί να πάνε στην υποδειχθείσα από το δικαστήριο δικαστική μεσολάβηση, αν συμφωνούν να προσφύγουν σε ιδιωτική διαμεσολάβηση. Δικηγόροι – διαμεσολαβητές, θα ήταν δυνατόν να μπορούσαν να παρευρίσκονται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους στα δικαστήρια, ως διαμεσολαβητές υπηρεσίας, ας μου επιτραπεί η έκφραση και να επιλαμβάνονται άμεσα τέτοιων διαφορών, που θα τις παρέπεμπαν τα δικαστήρια σε αυτούς, μαζί επίσης με κάποιες κατευθυντήριες γραμμές για την συμβιβαστική επίλυση της υπόθεσης εντός της ημέρας της δικασίμου και πάντα βέβαια με την ελεύθερη βούληση συμμετοχής των διαδίκων μερών σε μια τέτοια διαδικασία και έτσι να επιτυγχάνεται λύση αποτελεσματικά και άμεσα. Δεν επιχειρώ τώρα να διαμορφώσω ρύθμιση γι’ αυτή τη δυνατότητα, εκείνο που επιχειρώ είναι να δώσω τροφή για σκέψη σε ενδεχόμενη νομοθετική παρέμβαση προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλωστε όπως προανέφερα το όλο θέμα χρήζει  και  μελέτης  και  περίσκεψης. Λύσεις  όμως  copy  -  paste  από αλλοδαπές νομοθεσίες και ένταξή τους αυτούσιες στην ελληνική έννομη τάξη εκτιμώ ότι δεν θα ήταν ούτε δόκιμες ούτε αποτελεσματικές. Προσαρμογή τους στην ελληνική πραγματικότητα είναι εκείνο που ενδιαφέρει.

Έρχομαι τώρα στα «εργαλεία» δηλ. στα κίνητρα που θα μπορούσε να δημιουργήσει η Πολιτεία για να προωθήσει το θεσμό, τα οποια και θεωρώ κομβικής σημασίας. Μεγάλη συζήτηση μπορεί να γίνει γι’ αυτά. Πολλά μπορούν να σχεδιασθούν και να νομοθετηθούν προς την κατεύθυνση αυτή. Επιβάρυνση με επιπλέον δικαστικά έξοδα στις δίκες που θα επακολουθήσουν, του μέρους που προδήλως και αποδεδειγμένα υπονόμευσε την επίλυση της διαφοράς με διαμεσολάβηση. Και αυτών όμως η ανάπτυξη και ανάλυση ξεφεύγει της σημερινής εισήγησης. Αν είστε ακόμη μαζί μου και δεν έχετε ήδη «ταξιδέψει» αλλού περιμένοντας πότε θα τελειώσω, θα αντιληφθήκατε ότι η βασική μου θέση στο αμέσως προηγούμενο ερώτημα είναι κατά της υποχρεωτικότητας της διαμεσολάβησης, ή τουλάχιστον όχι σε απεριόριστη έκταση. Προτιμώ την πειθώ, προτιμώ οι ενδιαφερόμενοι να αντιλαμβάνονται ότι η προσφυγή αυτή τους εξυπηρετεί. Έχω όμως την αίσθηση ότι η διαμεσολάβηση θα προχωρήσει στη χώρα μας, όσες δυσκολίες και αν υπάρξουν. Αργότερα ή γρηγορότερα,

ευκολότερα ή δυσκολότερα. Και αυτό γιατί η φιλική και συνάμα γρήγορη επίλυση των διαφορών είναι πλέον ανάγκη στις σύγχρονες κοινωνίες και οι έννομες τάξεις τους θα την ενσωματώσουν. Να σας αναφέρω ένα παράδειγμα, φαινομενικά όχι και τόσο σχετικό με την διαμεσολάβηση, εσείς θα κρίνεται. Στις αρχές του 19ου αιώνα, επέστρεψε στην Αγγλία από την Ινδία όπου εργαζόταν, τότε αποικία του Βρετανικού Στέμματος, ένας Άγγλος αριστοκράτης. Μοιράσθηκε δε με φίλους και γνωστούς τις απόψεις τους εάν, οι τότε νέες εφευρέσεις του τηλεγράφου και του τηλεφώνου, οι οποίες ήταν τεχνολογικά πολύ ενδιαφέρουσες, ουδέποτε θα επικρατήσουν στην αποικία (Ινδία) και αυτό γιατί εκεί υπήρχε πληθώρα αγγελιοφόρων, κυρίως παιδιών, που έκαναν την δουλειά, δηλ. μετέφεραν μηνύματα. Τότε όλοι δικαίωναν με βεβαιότητα τον Άγγλο αριστοκράτη, οι εξελίξεις όμως όχι. Τα συμπεράσματα δικά σας. Οι εξελίξεις θα δικαιώσουν και εδώ την καθιέρωση της διαμεσολάβησης

Ένα είναι αναγκαίο κατά τη γνώμη μου, ένα σχέδιο δράσης πρέπει να καταρτισθεί και να εφαρμοσθεί άμεσα, αλλιώς η διαμεσολάβηση κινδυνεύει, έξη χρόνια μετά και μία αρχή αρκετά υποσχόμενη, να περιπέσει σε τέλμα και να χαθεί ακόμα μία ευκαιρία όπως μας έχει δείξει η εμπειρία μας από ανάλογες αποτυχημένες προσπάθειες που είχαν συμπεριληφθεί κατά καιρούς στον ΚΠολΔ.

Σε εμένα τουλάχιστο και υποθέτω και σε άλλους, είναι πλήρως εμπεδωμένη η πεποίθηση ότι, αν θέλουμε η διαμεσολάβηση, να επιτύχει, δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί στην τύχη της. Χρειάζεται στήριξη, εκπαίδευση και συντονισμό των συντελεστών της, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας για να την επιλέξει ενσυνείδητα ως μέθοδο επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών της. Ο Πλάτων στο έργο του Νόμοι, προέτρεπε τους Αθηναίους να καταφεύγουν πρώτα σε τρίτο πρόσωπο για την επίλυση των διαφορών τους και μόνον αν η προσπάθεια αυτή αποτύγχανε να απευθύνονται σε δικαστήριο. Αν λοιπόν ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, πρόκρινε τέτοια συμπεριφορά, αξίωνε θα έλεγα καλύτερα κάτι τέτοιο από τους συμπολίτες του, εμείς γιατί να μην τον ακούσουμε όταν μάλιστα την αντίληψη αυτή την έχουν ενστερνισθεί σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές και μη σύγχρονες έννομες τάξεις; Η διαμεσολάβηση μπορεί να

βοηθήσει και την ελληνική κοινωνία, αρκεί να μην περιμένουμε εμείς παθητικά την εξέλιξη των πραγμάτων.

Και επιτρέψτε μου να κλείσω τις λίγες αυτές σκέψεις, παραφράζοντας τα λόγια του αείμνηστου 35ου Αμερικανού Προέδρου John Fitzgerald Kennedy: «ας σταματήσουμε να διερωτώμεθα τι μπορεί να κάνει η διαμεσολάβηση για εμάς και ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για τη διαμεσολάβηση».

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας…!!!

Δικαστική Μεσολάβηση - άρθρο 214Β ΚΠολΔ

Ιωάννα Μάμαλη , Πρόεδρος Πρωτοδικών , Δικαστική Διαμεσολαβήτρια

Με το άρθρο 7 του Ν. 4055/2012 προστέθηκε στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας το άρθρο 214Β, με το οποίο εισάγεται ένας νέος θεσμός εναλλακτικής επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών, η δικαστική μεσολάβηση. Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, η πρωτοβουλία προσφυγής στην εισαγόμενη ρύθμιση ανήκει στα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία μπορούν να την επιχειρήσουν είτε πριν από την άσκηση της αγωγής, είτε και κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, ενώ η διαδικασία μπορεί να εφαρμοσθεί και ενώπιον του Εφετείου. Το δικαστήριο στο οποίο είναι εκκρεμής η υπόθεση, μπορεί σε κάθε στάση της δίκης, να καλεί τα μέρη να προσφύγουν στη δικαστική μεσολάβηση για την επίλυση της διαφοράς τους, αναβάλλοντας την εκδίκαση της υπόθεσης σε σύντομη δικάσιμο. Η προσφυγή, και όταν υποβάλλεται πριν από την άσκηση της αγωγής, δεν απαιτείται να γίνεται από κοινού, αλλά αρκεί και από μόνο το δικαιούχο, ενώ μπορεί να προκληθεί στο στάδιο αυτό και από μόνο τον υπόχρεο (βλ. Π. Μάζη, Η νέα αναθεώρηση του ΚΠολΔ με τον ν. 4055/2012 και το πρόβλημα της καθυστέρησης των δικών, ΕλλΔνη 2013. σελ. 38-39). Ο δικαστής που έχει ορισθεί στο Εφετείο  ή στο  Πρωτοδικείο  ως μεσολαβητής, έχει χωριστές και κοινές συναντήσεις και συζητήσεις με τα μέρη και με τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους και μπορεί να απευθύνει στα μέρη μη δεσμευτικές προτάσεις επίλυσης της διαφοράς. Ο μεσολαβητής πρέπει να επιδιώκει και να επιτυγχάνει την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και κατανόησης, την απορρόφηση αρνητικών συναισθημάτων ή προκατάληψης των μερών, την υποβολή εύστοχων ερωτήσεων, την ανάλυση των συγκρουόμενων συμφερόντων και τον εντοπισμό των πιθανών σημείων ταύτισης. Κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 8 του Ν. 3898/2010, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα μέρη, κατά τη διάρκεια της μεσολάβησης, παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο. Εάν τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία συντάσσεται πρακτικό μεσολάβησης, το οποίο, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης, αποτελεί εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με το άρθρο 904 παράγραφος 2 εδάφιο γ' ΚΠολΔ, όσο και τίτλο για εγγραφή ή εξάλειψη υποθήκης, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 10 του Ν. 4055/2012. Τόσο η δικαστική, όσο και η διαμεσολάβηση από τρίτο διαπιστευμένο πρόσωπο, εφόσον εκδηλώνεται στα πλαίσια της δίκης, είναι μία μορφή δικαστικού συμβιβασμού, και ως τέτοια αναπτύσσει δύο κύριες δικονομικές συνέπειες, την κατάργηση της δίκης και την εκτελεστότητα.

Εξάλλου, ο νέος αυτός τρόπος επίλυσης των διαφορών δεν αναπτύσσεται “ανταγωνιστικά”, αλλά παράλληλα προς τις λοιπές εναλλακτικές μορφές επίλυσης των διαφορών. Η ανάθεση καθηκόντων μεσολαβητή σε δικαστή, καλύπτει τις εγγυήσεις αμεροληψίας, ουδετερότητας και ανεξαρτησίας που πρέπει να εξασφαλίζει, μεταξύ άλλων, ένα σύστημα μεσολάβησης, και έτσι εμπεδώνεται καλύτερα η εμπιστοσύνη των πολιτών στους εξώδικους τρόπους επίλυσης διαφορών και καθίσταται ευχερέστερη η προσφυγή σε αυτούς, με τελικό αποτέλεσμα την  ευρύτερη  κατά  το δυνατό  επιτυχία  των  τρόπων  αυτών  και  την  αντίστοιχη ελάφρυνση των δικαστηρίων, ώστε να ασχολούνται με τις υποθέσεις εκείνες που πράγματι χρειάζονται δικαστική διερεύνηση και απόφαση (βλ. Αιτιολογική Έκθεση στο σχέδιο Νόμου για την δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας (άρθρο 7), σελ. 9-10). Προφανώς ο Νομοθέτης διαισθάνθηκε ότι ο θεσμός της εξωδικαστικής μεσολάβησης με διαμεσολαβητές τρίτα πρόσωπα με την ιδιότητα του δικηγόρου, και όχι του δικαστή, θα προσκρούσει στη δυσπιστία του Έλληνα διαδίκου, με κίνδυνο να καταντήσει γράμμα κενό, όπως η  απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς κατ' άρθρο 214Α ΚΠολΔ, και για το λόγο αυτό εισήγαγε το θεσμό της δικαστικής μεσολάβησης, όπου ο διαμεσολαβητής είναι δικαστής, λαμβάνοντας υπόψη την εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας στην απονομή της δικαιοσύνης από τα δικαστήρια (βλ. Κ. Μακρίδου, Εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών στις Ευρωπαικές Έννομες Τάξεις – Ιστορία και προοπτικές, Αρμ. 2014, σελ. 917).

Τα πλεονεκτήματα της δικαστικής μεσολάβησης είναι σημαντικά, αφού είναι μία διαδικασία άμεση και ταχύτατη, αντί της χρονοβόρας δικαστικής διαδικασίας, η οποία εάν καταλήξει σε συμφωνία των μερών, οδηγεί σε άμεση και τελική επίλυση της διαφοράς, αφού το πρακτικό που συντάσσεται αποτελεί τίτλο εκτελεστό και δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα. Είναι μία διαδικασία οικονομικότερη από την δικαστική  διαδικασία,  δεδομένου  ότι  για  την τελευταία  δεν  μπορεί  εξαρχής  να προβλεφθεί  το σύνολο  της  δαπάνης,  αφού  είναι  άγνωστο  εάν  ο  αντίδικος  θα εξαντλήσει ή όχι όλα τα ένδικα μέσα. Είναι μία διαδικασία ευέλικτη χωρίς προσήλωση στο γράμμα του νόμου και χωρίς δικονομικούς φορμαλισμούς, αφού διαμορφώνεται από τον μεσολαβητή δικαστή σε συνεργασία με τα μέρη, τα οποία επιλέγουν τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς τους ή τον τερματισμό της διαδικασίας, όποτε το επιθυμούν. Είναι μία διαδικασία χωρίς νικητές και ηττημένους, αφού τα μέρη (ιδιώτες ή επιχειρήσεις) έχουν τη δυνατότητα να εξεύρουν τα ίδια τη λύση στη διαφορά τους, με την καθοδήγηση του μεσολαβητή δικαστή, ενώ ο στόχος είναι η εξεύρεση λύσης αποδεκτής και από τα δύο μέρη, λύσης που διαμορφώνεται “στα μέτρα των μερών” και δεν επιδιώκεται ένας συμβιβασμός που βασίζεται στο συγκερασμό των νομικών θέσεων των μερών, αλλά στοχεύει σε λύση που θα ικανοποιεί το αληθές συμφέρον των μερών, αναδεικνύοντας και συνεκτιμώντας, με τη βοήθεια του μεσολαβητή δικαστή, ακόμη και μη νομικά στοιχεία που εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Είναι μία διαδικασία αποφυγής της αντιδικίας, αφού αποφεύγεται η δικαστική διαμάχη και η δημιουργία οξύτητας στις σχέσεις των αντιδίκων μερών, η οποία συχνά διατηρείται και στο μέλλον, ακόμη και μετά την δια της δικαστικής απόφασης επίλυση της διαφοράς, ενώ συχνά η κυρίως δίκη γεννά και άλλες παράπλευρες διαφορές και δίκες, και επιπλέον λειτουργεί συμφιλιωτικά, αφού εάν καταλήξει σε συμφωνία, επιτυγχάνεται σύμμετρη και φιλική ικανοποίηση των συμφερόντων των μερών, τα οποία μπορούν να συνεχίσουν την επιχειρηματική ή άλλη συνεργασία τους, προς όφελος των ιδίων και του ευρύτερου επαγγελματικού ή κοινωνικού τους χώρου. Είναι μία διαδικασία στην οποία διασφαλίζεται το απόρρητο, και έτσι τα μέρη μπορούν να αποφύγουν τη δημοσιότητα, η οποία υποχρεωτικά επιβάλλεται, κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, για τις συνεδριάσεις κατά την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία, και την οποία συχνά τα μέρη επιθυμούν να αποφύγουν, είτε προς προστασία της φήμης και της αξιοπιστίας της επιχείρησής τους, είτε σε άλλης φύσης διαφορές (π.χ. Οικογενειακές). Είναι μία διαδικασία εμπιστευτική, αφού ό,τι λέγεται από το ένα μέρος στον μεσολαβητή δεν κοινοποιείται στο άλλο μέρος, ούτε χρησιμοποιείται ως αποδεικτικό στοιχείο στο δικαστήριο. Είναι μία διαδικασία μη δεσμευτική, αφού τα μέρη προσφεύγουν και συμμετέχουν με δική τους πρωτοβουλία και είναι ελεύθερα να αποχωρήσουν όποτε το επιθυμούν και να επιλύσουν τις διαφορές τους στα δικαστήρια, αφού τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους δεν θίγονται και η διαδικασία της μεσολάβησης θεωρείται σαν να μην έγινε. Τέλος, είναι μία διαδικασία στην οποία τα μέρη διασφαλίζονται απόλυτα από το αποτέλεσμα της συμφωνίας, αφού το πρακτικό μεσολάβησης αποτελεί τίτλο εκτελεστό, κατά τα προαναφερθέντα (βλ. Η. Ηλιακόπουλου,  Ο  νέος  θεσμός της  διαμεσολάβησης  σε  αστικές  και εμπορικές υποθέσεις, ΕφΑΔ 2012, σελ. 32-33 και Β. Θάνου-Χριστοφίλου, Δικαστική μεσολάβηση (άρθρ. 214Β ΚΠολΔ) ΕλλΔνη 2013. 937-938).

Στο Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου η δικαστική μεσολάβηση εφαρμόζεται από τον Μάιο του έτους 2012, εισήχθησαν 31 υποθέσεις το έτος 2012 και συντάχθηκε πρακτικό μεσολάβησης σε 14 υποθέσεις, εισήχθησαν 94 υποθέσεις το έτος 2013 και συντάχθηκε πρακτικό μεσολάβησης σε 42 υποθέσεις, ενώ το έτος 2014 εισήχθησαν 82 υποθέσεις, εκ των οποίων 35 υποθέσεις περατώθηκαν με τη σύνταξη πρακτικού μεσολάβησης. Το έτος 2015 εισήχθησαν 63 υποθέσεις, εκ των οποίων ορισμένες βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και 35 υποθέσεις περατώθηκαν με τη σύνταξη πρακτικού μεσολάβησης. Το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους (2016) εισήχθησαν μόλις 4 υποθέσεις λόγω της συνεχιζόμενης αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους. Από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει αφενός η μείωση του αριθμού των εισαγόμενων υποθέσεων, η οποία, όμως, θα μπορούσε να αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες, και ιδίως στη γενικότερη μείωση των υποθέσεων που άγονται ενώπιον των δικαστηρίων λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και της συνακόλουθης αδυναμίας των πολιτών να καταβάλουν τα έξοδα προσφυγής στη δικαιοσύνη, και αφετέρου η επιτυχής έκβαση των εισαγόμενων υποθέσεων σε ποσοστό 50% περίπου, οι οποίες περατώνονται με τη σύνταξη πρακτικού μεσολάβησης.

Εξάλλου, για να λειτουργήσει επιτυχώς ο θεσμός αυτός απαιτείται άρτια υποδομή, δικαστές εκπαιδευμένοι προς τούτο, δικαστικοί υπάλληλοι με την κατάλληλη εξειδίκευση, αλλά και προθυμία των συνηγόρων να συμπράξουν σε τούτη την εναλλακτική διαδικασία. Επιπλέον τα ανωτέρω σημαντικά πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης πρέπει να γίνουν γνωστά στους πολίτες, με συνεχή ενημέρωση, ώστε να κατανοήσουν ότι αποτελεί έναν εναλλακτικό τρόπο επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών συμφερότερο από εκείνον της δικαστικής οδού και ταυτόχρονα ένα θεσμό που μπορούν να εμπιστευθούν, αφού λειτουργεί με την καθοδήγηση του μεσολαβητή – δικαστή, ο οποίος διαθέτει την τεχνογνωσία και την εμπειρία, καθώς και τα εχέγγυα της αμεροληψίας και της αντικειμενικότητας. Οι δικηγόροι πρέπει να παραμερίσουν τις τυχόν επιφυλάξεις τους και να κατανοήσουν ότι η εμμονή σε έναν τρόπο επαγγελματικής άσκησης του λειτουργήματός τους, που υπερφορτώνει τα πινάκια των δικαστηρίων και οδηγεί σε μεγάλη καθυστέρηση των δικών, δεν ωφελεί ούτε την απονομή της δικαιοσύνης, ούτε τους ίδιους, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι δεν χάνουν δικηγορική ύλη, αφού τα μέρη, κατά τη  διάρκεια της μεσολάβησης, παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, κατά  τα προαναφερθέντα, και επιπλέον εισπράττουν πολύ ταχύτερα την αμοιβή τους, αφού η μεσολάβηση, εάν ευδοκιμήσει, έχει άμεσα και σύντομα αποτελέσματα. Οι δικαστές δεν πρέπει να αντιμετωπίσουν τον θεσμό της μεσολάβησης ως “ανταγωνιστικό”, αλλά ως έναν θεσμό με τον οποίο επιτυγχάνεται ταχύτερη επίλυση των διαφορών με τρόπο ειρηνικό και πλέον ενδεδειγμένο για τα συμφέροντα των μερών, και στον οποίο μπορούν οι ίδιοι να συμβάλλουν με την εμπειρία και τις γνώσεις τους καθώς και με το εχέγγυο της αμεροληψίας τους. Επιπλέον πρέπει να συνεκτιμήσουν το γεγονός ότι η επιτυχής εφαρμογή του θεσμού της μεσολάβησης και γενικότερα των εναλλακτικών τρόπων επίλυσης των διαφορών, θα συνεισφέρει στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων, η οποία θα οδηγήσει σε ελάφρυνση των δικαστών από τον υψηλό αριθμό των υποθέσεων που κατακλύζουν τα δικαστήρια, επιφέρουν μεγάλο φόρτο εργασίας στους δικαστές και ταυτόχρονα μειώνουν την απόδοση αυτών και την ποιότητα στην απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Β. Θάνου- Χριστοφίλου, Δικαστική μεσολάβηση (άρθρ. 214Β ΚΠολΔ) ΕλλΔνη 2013. 938).

Η σταδιακή αλλαγή νοοτροπίας της ελληνικής κοινωνίας με αφετηρία τη δικαστική μεσολάβηση θα επηρεάσει θετικά αφενός την ευρύτερη λειτουργία του θεσμού και υπό την εξώδικη μορφή του, αφετέρου την ταχύτερη παροχή έννομης προστασίας σε όσες διαφορές άγονται ενώπιον των δικαστηρίων. Επιπλέον όλοι οι παράγοντες στο χώρο της απονομής της δικαιοσύνης, δικαστές και δικηγόροι, πρέπει να κατανοήσουν ότι οι εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης των διαφορών δημιουργούν ένα νέο, προηγμένο νομικοκοινωνικό πολιτισμό, για την πραγμάτωση του οποίου, όμως, απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας και αλλαγή του τρόπου προσέγγισης της επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών, και περαιτέρω να συμβάλλουν στην προώθηση της εφαρμογής των εναλλακτικών τρόπων επίλυσης των διαφορών, με ενδιαφέρον και με θετική διάθεση. Συμπερασματικά, η διαμεσολάβηση μπορεί να θεωρηθεί μία εναλλακτική λύση αξιόπιστη και αποτελεσματική, μόνο όταν διασφαλίζονται εγγυήσεις αναφορικά με την κατάρτιση του διαμεσολαβητή και την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, χωρίς όμως να φτάνουμε σε λεπτομερή κωδικοποίησή της, αποστερώντας έτσι την ευελιξία της. Για να είναι επιτυχής η διαμεσολάβηση πρέπει  να  συνυπάρχουν δύο  στοιχεία,  και  ειδικότερα  τα  μέρη πρέπει να προσέλθουν σε διαμεσολάβηση και ο διαμεσολαβητής πρέπει να είναι ικανός και εκπαιδευμένος.

Ωστόσο, η διαμεσολάβηση δεν αποτελεί πανάκεια για όλες τις δυσλειτουργίες της τακτικής απονομής δικαιοσύνης (καθυστέρηση, κόστος, δικονομικός φορμαλισμός, ακαμψία), αλλά ούτε και ανάθεμα. Ο κεντρικός ρόλος της κρατικής δικαιοσύνης δεν πρέπει να αμφισβητείται, ούτε να τίθεται σε κίνδυνο, αφού η  ασφάλεια δικαίου,  η νομική ειρήνη και η πρόοδος του δικαίου μπορούν  να επιτευχθούν μόνο μέσω δημόσιων δικαστικών διαδικασιών με δημοσιευμένες αποφάσεις.  Αποτελεί λοιπόν το στοίχημα του μέλλοντος για  την απονομή  της δικαιοσύνης η ισορροπημένη συνύπαρξη του δημοσίου (δικαστηριακό σύστημα) και του ιδιωτικού τομέα (εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης των διαφορών).

« Διαμεσολάβηση στην Ελλάδα : Μύθοι και πραγματικότητα»

Σπύρος Αντωνέλος

    Δικηγόρος , Μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

    Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής , Μέλος CIArd (2008)

    Εταίρος  «RESOLVE διαμεσολαβητές»

    Εκπαιδευτής Δικηγόρων και Διαμεσολαβητών

    Συγγραφέας

    Συντονιστής Εκπαίδευσης «ΑΚΚΕΔ- ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ» Εφετείο Αθηνών , 22 Μαρτίου 2016

2010- 2016 ΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ , ΟΠΟΤΕ ΚΑΙ ΜΥΘΩΝ ΓΙΑ ΑΥΤΗ : ΑΣ ΕΞΕΤΑΣΟΥΜΕΕΞΙΟ ΕΞ ΑΥΤΩΝ

   Μύθος πρώτος : H διαμεσολάβηση δεν ταιριάζει στον Έλληνα , που είναι Δικομανής.

   Μύθος δεύτερος : Αποτελεί ιδιωτικοποίηση της Δικαιοσύνης

   Μύθος τρίτος : Δεν γίνονται Διαμεσολαβήσεις στην Ελλάδα από το 2010

   Μύθος Τέταρτος : Δεν την θέλουν οι Δικηγόροι.

   Μύθος Πέμπτος : Δεν την θέλουν οι Δικαστές .

   Μύθος έκτος : Χρειάζεται πολύς χρόνος και σημαντικοί πόροι για να αναπτυχθεί.

ΜΥΘΟΣ ΠΡΩΤΟΣ : H ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΜΑΝΗΣ

   « Δικομανία»; Η Διαμεσολάβηση είναι η μόνη διαδικασία επίλυσης διαφορών που ασχολείται με το θυμικό .

Σε άλλες χώρες «δικομανών» ευημερεί 96,1 %των αστικών

διαφορών στις Η.Π.Α επιλύονται με Διαμεσολάβησης.

   Υπάρχει στο Ελληνικό «DNA μας» : θέραψ , σάστης (12μχ–σήμερα)

ΜΥΘΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ: H ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

   Είναι η Διαμεσολάβηση «απονομή Δικαιοσύνης»;

   Ορισμός της Διαμεσολάβησης (άρθρο 4 περ. β) ν. 3898/2010) –

είναι διαδικασία (υποβοηθούμενης )  διαπρ αγμάτευσης.

   Το πεδίο της (άρθρο 2 εδ. πρώτο ν. 3898/2010) –είναι πεδίο της ελευθερίας των συμβάσεων.)

ΜΥΘΟΣ ΤΡΙΤΟΣ : ΔΕΝ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ 2010

   Η Διαμεσολάβηση εφαρμόζεται όντως από το 2010 στην Ελλάδα;

   Δημοσίευση του πρώτου Πίνακα Διαπιστευμένων

Διαμεσολαβητών του ΥΔΔΑΔ προ 2,5 ετών.

   Από τότε : Δεκάδες διαμεσολαβήσεις , σε εμπορικές και αστικές υποθέσεις (οικογενειακές, διαφορές πιστωτών – οφειλετών , από εκτέλεση σύμβασης, μεταξύ εταίρων , 1 διανομή με μεταγραφή πρακτικού, πνευματικής ιδιοκτησίας κ.α )

ΜΥΘΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ : OI ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ ΤΗΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

   Όχι : Οι Δικηγόροι δεν γνωρίζουν επαρκώς την Διαμεσολάβηση

   Η Διαμεσολάβηση είναι πηγή νέων υποθέσεων και αύξησης εσόδων.

   Συνεχίζεται η ενημέρωση των Δικηγόρων από τους Διαμεσολαβητές πανελλαδικά ( ΔΣΑ πρωτοπόρος : 98 σεμινάρια από το 2011 έως τώρα για 4.200 Δικηγόρους στην Αθήνα και άλλα

30 πανελλαδικά, σε συνεργασίες με άλλους ΔΙΚ. Συλλόγους )

   Καίρια η εκπαίδευση των Δικηγόρων με πρακτικό προσανατολισμό για την αξιοποίηση της Διαμεσολάβησης.

ΜΥΘΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ : ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΣΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ ΤΗΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

   Όχι : Δεν την γνωρίζουν επαρκώς . Δικαιοσύνη και Εξωδικαστικοί Τρόποι Επίλυσης συνυπάρχουν , αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλεξαρτώνται : Η επιτυχία τους συμβαδίζει

   Τι σημαίνει πρακτικά « εφαρμογή της Διαμεσολάβησης με αρωγή των Δικαστηρίων;» ένα σύντομο πρακτικό παράδειγμα.

   Πως μπορεί να λειτουργήσει στην Ελλάδα θετικά το Δικαστικό

Σώμα για την αξιοποίηση των Εξωδικαστικών Τρόπων Επίλυσης :

   Ανάγκη εκπαίδευσης των Δικαστών στην ΕΣΔΙ στην αξιοποίηση του νέου ΚΠολΔ (116 Α, 209επ, 214Β, 214Γ) και του αρ. 3 παρ.

2 ν. 3898/2010

   Ανάγκη ειδικής εκπαίδευσης των Δικαστών μεσολαβητών στις δεξιότητες του Διαμεσολαβητή .

ΜΥΘΟΣ ΕΚΤΟΣ : H ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΠΤΥΧΘΕΙ ΑΠΑΙΤΕΙ ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΠΟΡΟΥΣ

   Όχι απαραίτητα : Υπάρχουν μεσομακροπρόθεσμοι τρόποι , διεθνώς δοκιμασμένοι και γνωστοί : υποχρεωτικότητα, οικονομικά κίνητρα (δικαστικά έξοδα), δικονομικό προ στάδιο ενημέρωσης κ.α

   Υπάρχουν όμως και παρεμβάσεις,  σύν τομου  οφέλους και

 άνευ επιβάρυνσης ή με μικρή δημοσιονομική επιβάρυνση . Ενδεικτικά :

-    Αξιοποίηση από τους Δικηγόρους των άρθρων 35,36 του Κώδικα περί Δικηγόρων / αξιοποίηση των άρθρων (116 A , 209, 214Γ) και του νέου ΚΠολΔ από τους δικαστές /παρακολούθηση της εφαρμογής Δικαστικών μεσολαβήσεων σε όλα τα Δικαστήρια από το Υπ.

Δικαιοσύνης , και λήψη στατιστικών στοιχείων

/διοργάνωση πιλοτικών κύκλων Διαμεσολαβήσεων σε χώρους Δικαστηρίων.

-    Αξιοποίηση των ΚΕΠ και των 1600 Διαπιστευμένων

Διαμεσολαβητών για την ενημέρωση πολιτών.

Αθήνα, 22.03.2016

Συμβολή για την εμπέδωση της Διαμεσολάβησης στη χώρα μας

Εισήγηση Δημ. Μάντζου στην Ημερίδα του ΥΔΔΑΔ για την Ημέρα της Διαμεσολάβησης

Αρχικά θα ήθελα να απευθύνω τις θερμές ευχαριστίες μου σε ορισμένους ανθρώπους. Κατ’ αρχάς στον κ. Στέλιο Μανουσάκη και μάλιστα για δύο λόγους: πρώτον, γιατί είναι ο «νονός» της Ημέρας της Διαμεσολάβησης, ο άνθρωπος που συνέλαβε την όλη ιδέα για αυτόν τον ετήσιο εορτασμό και δεύτερον, διότι κατάφερε σχεδόν μόνος να οργανώσει και να συντονίσει με επιτυχία την αποψινή εκδήλωση. Έπειτα στον Καθηγητή κ. Λάμπρο Κοτσίρη που από τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών εξακολουθεί να μας εμπνέει, καθώς και στη Γραμματέα της Επιτροπής κ. Σωτηρία Κουμπούλη, που είναι η αφανής ηρωίδα πίσω από τη λειτουργία της Επιτροπής μας. Τέλος, προσωπικά οφείλω ένα ξεχωριστό ευχαριστώ στον κ. Νικόλα Κανελλόπουλο, τέως ΓΓ ΥΔΔΑΔ, που με έμαθε κι εμένα, όπως και άλλους στο πάνελ, τη λέξη «διαμεσολάβηση» και την προσφορά του οποίου στη διάδοση του θεσμού στην Ελλάδα όλοι αναγνωρίζουν.

Όταν κανείς μιλά τελευταίος σε μία ημερίδα διατρέχει δύο κινδύνους: να έχει ξεμείνει από ιδέες που δεν έχουν ειπωθεί και να κουράσει. Θα φροντίσω να διασκεδάσω και τους δύο αυτούς κινδύνους, αφ’ ενός προσπαθώντας να συνοψίσω όσα ενδιαφέροντα σημεία ακούσθηκαν απόψε, και αφ’ ετέρου προσθέτοντας ορισμένες δικές μου απόψεις, με την αναγκαία συντομία.

Πρώτα απ’ όλα, καταγράφεται ως εξαιρετικά θετική η έκφραση στήριξης από την πλευρά της Πολιτείας. Είναι πολύ αισιόδοξο ότι το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης διαβεβαιώνει για μία ακόμη φορά την πίστη του στη διαμεσολάβηση και μας μεταφέρεται η βούληση του κ. Υπουργού για διάδοση του θεσμού. Είμαι αισιόδοξος ότι θα δούμε αυτή τη βούληση να μεταφράζεται και σε έμπρακτη στήριξη το αμέσως επόμενο διάστημα. Στο ίδιο πλαίσιο, ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η ανακοίνωση για τη δημιουργία Ομάδας Εργασίας στο ΥΔΔΑΔ για τη διαμεσολάβηση. Η Επιτροπή Πιστοποίησης παραμένει, φυσικά, αρωγός κάθε πρωτοβουλίας σχετικής με τον θεσμό και ως εκ τούτου θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο αυτή η Ομάδα Εργασίας να έλθει σε επαφή με την Επιτροπή μας, να μάθουμε τη σύνθεση και την αποστολή της και να δούμε πώς μπορούμε να συνδράμουμε το έργο της.

Εξ ίσου ενδιαφέροντα είναι όσα μας μετέφερε από τη διεθνή εμπειρία του ο Καθηγητής κ. Κοτσίρης. Βλέπουμε ότι η διαμεσολάβηση είναι μια διεθνής υπόθεση, υπερβαίνει κατά πολύ τα ελληνικά σύνορα και απασχολεί τη νομική κοινότητα σε πολλές χώρες εντός κι εκτός Ευρώπης. Και είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζει κανείς ότι τα ευρωπαϊκά όργανα και οι εθνικές έννομες τάξεις εξακολουθούν να εργάζονται προς τον σκοπό της εμπέδωσης και πρακτικής αξιοποίησης της διαμεσολάβησης.

Είχα ετοιμάσει ορισμένα σημεία συμβολής για την ενίσχυση της παρουσίας του θεσμού στην Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι τα περισσότερα ακούσθηκαν και από τους λοιπούς ομιλητές. Θα διατρέξω εν συντομία τις θέσεις μου αυτές, στις οποίες ενσωματώνονται 7+1 σκέψεις μου για το παρόν και το μέλλον της διαμεσολάβησης στη χώρα μας.

Σημείο 1ο: Τι δεν είναι η διαμεσολάβηση

Συμβάλλοντας στην πρωτοτυπία της εκδήλωσης, δεν θα ήθελα να επαναλάβω τι είναι η διαμεσολάβηση, κάτι που λίγο ως πολύ όλοι εδώ γνωρίζουμε πια. Ο Σπύρος Αντωνέλος ήταν πολύ παραστατικός και εύστοχος στην ανάλυση και κατάρριψη των μύθων που περιβάλλουν τη διαμεσολάβηση στην Ελλάδα. Θα αρκεσθώ, λοιπόν, να υπογραμμίσω τι, επίσης, δεν είναι η διαμεσολάβηση, κατά τη γνώμη μου: Πρώτα και κύρια η διαμεσολάβηση δεν είναι ανταγωνιστική προς τη Δικαιοσύνη. Είναι ένας θεσμός που λειτουργεί παράλληλα προς το δικαστικό σύστημα και δεν πρόκειται ποτέ να αμφισβητήσει την εξουσία του δικαστή ως του τελικού κριτή μιας υπόθεσης. Το δικαίωμα στον φυσικό δικαστή είναι ιερό και απαράγραπτο, απλώς η διαμεσολάβηση δίνει σε όλους έναν άλλον δρόμο επίλυσης εκτός δικαστηρίων, οδηγώντας το δικαστικό μας σύστημα σε σημαντική αποσυμφόρηση. Βεβαίως, η διαμεσολάβηση δεν είναι πανάκεια. Δεν είναι το φάρμακο για όλες τις ασθένειες της Δικαιοσύνης μας. Αποτελεί, ωστόσο, κρίσιμο στοιχείο κάθε σοβαρής μεταρρυθμιστικής πολιτικής για καλύτερο σύστημα απονομής Δικαιοσύνης, μαζί με τις ηλεκτρονικές εφαρμογές του e-Justice και νέο, σύγχρονο νομοθετικό πλαίσιο. Έπειτα, η διαμεσολάβηση δεν είναι θεσμός της Οικονομίας. Είναι αντίθετα θεσμός της Κοινωνίας. Δεν έρχεται ως συνέπεια της λειτουργίας της αγοράς, αλλά της ίδιας της κοινωνικής συμβίωσης. Σηματοδοτεί μια επανάσταση στην ίδια τη βάση της Κοινωνίας και της συνύπαρξης των ανθρώπων. Μια επιστροφή στις ρίζες της κοινωνικής αυτορρύθμισης των ανθρώπινων σχέσεων. Και τέλος, η διαμεσολάβηση δεν είναι πολυτέλεια, καθώς δεν αφορά μόνο σε μία ελίτ, αλλά στο σύνολο των πολιτών και των επιχειρήσεων, που σε κάθε γωνιά της Ελλάδας μπορούν άμεσα να την αξιοποιήσουν για την αξιόπιστη επίλυση των διαφορών τους.

Σημείο 2ο: Ευαισθητοποίηση

Πολλά μπορούν να γίνουν ακόμη στον τομέα της ενημέρωσης των πολιτών για τη χρησιμότητα και την αξία του θεσμού. Και είναι εξαιρετικά αισιόδοξο ότι έχουν δημιουργηθεί τόσες ιδιωτικές πρωτοβουλίες που, παράλληλα προς την Πολιτεία, κατατείνουν στην επικοινωνιακή προβολή της διαμεσολάβησης. Ο ΟΠΕΜΕΔ είναι η τελευταία, πολύ σημαντική, μη κερδοσκοπική προσπάθεια των σπουδαιότερων κοινωνικών εταίρων και παραγόντων της Κοινωνίας και της Οικονομίας για τη διάδοση των εναλλακτικών μεθόδων επίλυσης διαφορών στην Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι η Πολιτεία θα αγκαλιάσει την πρωτοβουλία αυτή, δημιουργώντας τις αναγκαίες συνέργειες.

Σημείο 3ο: Εκπαίδευση

Ένα εξαιρετικά κρίσιμο μέγεθος για την επιτυχία της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα. Εκπαίδευση αφ’ ενός των δικαστών, που είναι πολύ σημαντική για την πρακτική αξιοποίηση του θεσμού από το δικαστικό σώμα. Είναι ευτύχημα δε που ο σημερινός Γενικός Διευθυντής της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ο κ. Μιχαήλ Πικραμένος έχει αποδείξει το έμπρακτο ενδιαφέρον του για την εισαγωγή σχετικού μαθήματος στον κύκλο σπουδών της Σχολής. Και βεβαίως, εκπαίδευση για τους νομικούς του μέλλοντος: εκπαίδευση στη διαπραγμάτευση και την εναλλακτική επίλυση στα ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια, ιδίως τις τρεις Νομικές Σχολές μας, αλλά και κάθε συναφή σχολή οικονομικών και κοινωνικών επιστημών. Βλέπουμε στο εξωτερικό, στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, να λειτουργούν θαυμάσια εργαστήρια διαπραγμάτευσης σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, γιατί όχι και στην Ελλάδα; Πρέπει, λοιπόν, να ενισχυθεί και εδώ η διδασκαλία της διαμεσολάβησης σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο και -γιατί όχι;- να ανοίξουμε και τον διάλογο για κατάρτιση διαμεσολαβητών από τα ίδια τα Πανεπιστήμια, στο πλαίσιο της συνταγματικής αποστολής τους.

Σημείο 4ο: Δικηγόρος και διαμεσολάβηση

Έχουμε πει ήδη πολλά για την ιδιαίτερα δυναμική σχέση μεταξύ δικηγόρων και διαμεσολάβησης, από την οποία εξαρτάται σίγουρα και η επιτυχία του θεσμού. Πρέπει να διασφαλίσουμε τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα των δικηγόρων και πρωτίστως μια δίκαιη αμοιβή για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία.

Σημείο 5ο: Δικαστής και διαμεσολάβηση

Οι Έλληνες δικαστές έχουν πολλά να προσφέρουν στην πρακτική αξιοποίηση της διαμεσολάβησης στη χώρα μας. Η κ. Μάμαλη μας έδωσε μια τεκμηριωμένη άποψη για τη λειτουργία  και τα πρακτικά  αποτελέσματα της  δικαστικής μεσολάβησης, που  αποτελεί, πράγματι, ένα θαυμαστό παράδειγμα ευεργετικής εμπλοκής των δικαστικών λειτουργών στη διαδικασία της εναλλακτικής επίλυσης των ιδιωτικών διαφορών. Πέραν της δικαστικής μεσολάβησης, οι δικαστές θα μπορούσαν να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο και στη διαμεσολάβηση του ν. 3898/2010, όπως αυτή προβλέπεται πλέον με το νέο άρθρο 214Γ ΚΠολΔ. Με τη διάταξη αυτή, πράγματι, η διαμεσολάβηση εισήχθη για πρώτη φορά στην ελληνική δικονομική ορολογία, ωστόσο θα μπορούσε η ρύθμιση να είναι ακόμη πιο τολμηρή: να μην προβλέπει απλώς τη δυνατότητα του δικαστή να παραινεί τους διαδίκους να καταφύγουν σε διαμεσολαβητή, αλλά να παραπέμπει την υπόθεση σε απόπειρα επίλυσης με διαμεσολάβηση, όπως συμβαίνει σε άλλες έννομες τάξεις.

Σημείο 6ο: Υποχρεωτικότητα

Θα συμφωνήσω με τον Στέλιο Μανουσάκη ότι η υποχρεωτική διαμεσολάβηση δεν πρέπει να θεωρείται πλέον ταμπού. Καλούμαστε να εξετάσουμε σοβαρά το ενδεχόμενο εισαγωγής μορφών υποχρεωτικής απόπειρας επίλυσης μιας διαφοράς με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε με πολλή προσοχή κι ύστερα από πολλή μελέτη. Συμφωνώ, επομένως και με τον κ. Μαχαίρα στο ότι η υιοθέτηση τέτοιων μέτρων δεν μπορεί να γίνει οριζόντια και γενικά, αλλά μόνο σε συγκεκριμένες κατηγορίες υποθέσεων, στις οποίες η υποχρεωτική διαμεσολάβηση μπορεί να βρει ασφαλή και επιτυχή εφαρμογή. Κλασική τέτοια κατηγορία υποθέσεων αποτελούν οι οικογενειακές διαφορές, η πλειονότητα των οποίων μπορεί να λυθεί εκτός δικαστηρίων, με διαφύλαξη της οικογενειακής ειρήνης και κυρίως των δικαιωμάτων του παιδιού. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης υπάρχει ειδική Επιτροπή για την αναμόρφωση  του  Οικογενειακού  Δικαίου,  η  οποία  ελπίζω  ότι  θα  εξετάσει  το  ήδη

επεξεργασμένο σχέδιο για τη σύσταση αυτοτελούς Οικογενειακού Δικαστηρίου, με εξειδικευμένους οικογενειακούς δικαστές, όπου υπάρχει θαυμάσιο πεδίο για την υιοθέτηση της υποχρεωτικής προηγούμενης απόπειρας επίλυσης με οικογενειακή διαμεσολάβηση. Εξ άλλου, σχετική με την υποχρεωτικότητα είναι και η επιστημονική συζήτηση για την εύρεση κινήτρων και αντικινήτρων ενίσχυσης της αξιοποίησης και της επιτυχίας της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης έναντι της δικαστικής οδού. Μπορούμε να μιλήσουμε για αυξημένα δικαστικά έξοδα, δικονομικές ποινές, απαράδεκτο ενδίκων βοηθημάτων και άλλες παρεμφερείς ιδέες που εφαρμόζονται διεθνώς και μπορούν να εισαχθούν στην Ελλάδα με την κατάλληλη προσαρμογή στα δικά μας νομικά και οικονομικά δεδομένα.

Σημείο 7ο: Ρήτρες διαμεσολάβησης

Όπως μας ανέλυσε ο Καθηγητής κ. Ορφανίδης, η υιοθέτηση και πρακτική αξιοποίηση συμβατικών ρητρών προσφυγής σε διαμεσολάβηση μπορεί να προσδώσει στον θεσμό ιδιαίτερη δυναμική και ακόμη μεγαλύτερη πρακτική αξία. Υπάρχει, σήμερα, ευρύ περιθώριο για την επιστημονική επεξεργασία του όλου θέματος, για την προσέγγιση της νομικής φύσης μιας τέτοιας ρήτρας, του βαθμού δεσμευτικότητάς της και των δικονομικών συνεπειών της. Στην ανάδειξη των ρητρών διαμεσολάβησης -στα πρότυπα λειτουργίας των υποχρεωτικών όρων για προσφυγή σε διαιτησία- μπορεί τελικά να κρύβεται ακόμη ένα μυστικό για την επιτυχία του νέου αυτού θεσμού.

8ο και τελευταίο σημείο: Ένα μήνυμα

Ένα μήνυμα σε όλους εσάς, όλους εμάς, τους διαμεσολαβητές. Ένα μήνυμα που απευθύνω και στον εαυτό μου κοιτώντας στον καθρέφτη. Γνωρίζω πολύ καλά ότι, παρά τα πρώτα σημάδια, οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε δει μεγάλη πρακτική εφαρμογή της διαμεσολάβησης. Έχοντας επενδύσει σημαντικά σε χρόνο και χρήμα, δεν την έχουμε δει να αποδίδει τα αναμενόμενα χειροπιαστά αποτελέσματα, είναι αλήθεια. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνούμε τη βαθύτερη σημασία, τη βαθύτερη αξία της διαμεσολάβησης και όλων όσων μας προσφέρει. Χρειάζεται υπομονή, επιμονή, επίγνωση και αισιοδοξία.

Γιατί η διαμεσολάβηση δεν είναι μια απλή επαγγελματική ενασχόληση ή ένας συνηθισμένος θεσμός. Είναι μια νέα κουλτούρα, ένα νέο πρότυπο συμπεριφοράς. Μας εξοπλίζει με νέα εφόδια, με νέες δεξιότητες. Παράγει προστιθέμενη αξία. Μας δίνει αξία, της δίνουμε αξία. Μας κάνει καλύτερους νομικούς, καλύτερους επαγγελματίες, καλύτερους ανθρώπους. Είναι βέβαιο ότι θα μας οδηγήσει και σε μια καλύτερη Ελληνική Δικαιοσύνη.

Σας ευχαριστώ πολύ.

22 Μαρτίου 2016 - Ημέρα της Διαμεσολάβησης

Ομιλία Σ. Μανουσάκη

Δικηγόρος – Διαμεσολαβητής

Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με τις θερμές και ειλικρινείς μου ευχαριστίες: Πρώτα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για τη συνέχιση μιας παράδοσης τριών χρόνων στον εορτασμό της Ημέρας Διαμεσολάβησης. Φυσικά στο Εφετείο Αθηνών για τη διάθεση της πάντα φιλόξενης αίθουσας όπου βρισκόμαστε και φέτος, στην Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών και τον Πρόεδρό της Καθηγητή Λάμπρο Κοτσίρη για την τιμή που μου έκαναν να μου εμπιστευθούν την προετοιμασία και τον συντονισμό της σημερινής εκδήλωσης, και όλους όσους εργάσθηκαν γι’ αυτήν. Και βεβαίως όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ με μια τέτοια επετειακή και συμβολική αφορμή.

Τρίτη, λοιπόν, ημέρα της Διαμεσολάβησης σήμερα.

Τρίτη ετήσια αφορμή να συναντηθούμε, παλιοί και νέοι φίλοι της διαμεσολάβησης, από τον χώρο της Δικαιοσύνης, αλλά κι έξω από αυτόν. Να ανταλλάξουμε εμπειρίες και απόψεις. Να συζητήσουμε, να διαφωνήσουμε και να συμφωνήσουμε για το παρόν και το μέλλον του κοινού μας σκοπού.

Ευκαιρία πολύτιμη να ξαναεπισκεφθούμε τον  «παράξενο» και  γοητευτικό κόσμο της διαμεσολάβησης: έναν κόσμο πλασμένο με ιδανικές προοπτικές, επενδυμένο με μεγάλες προσδοκίες, αλλά ακόμη διστακτικό, στη γραμμή της αφετηρίας.

Η σημερινή εκδήλωση, είναι, λοιπόν, αφιερωμένη, σε αυτόν τον θαυμαστό «κόσμο» της διαμεσολάβησης, τόσο ως «υπερκείμενη» - «ιδεολογική» έννοια, όσο κι ως «ανθρώπινη», «έμψυχη» έννοια: αφιερωμένη δηλαδή κυρίως στους ανθρώπους που πίστεψαν στη διαμεσολάβηση, σ’ εκείνους που αφιέρωσαν πολύτιμο χρόνο και χρήμα για να ενημερωθούν γι’ αυτή, να τη διδαχθούν, να τη διδάξουν, να την ασκήσουν, να τη διαδώσουν. Σ’ εκείνους που επιμένουν να εκφράζουν τη βεβαιότητά τους ότι δεν πρόκειται γι’ άλλον ένα θεσμό της Δικαιοσύνης, αλλά για μια βαθιά κοινωνική επανάσταση. Μια προοδευτική, ανθρωποκεντρική μεταρρύθμιση, στη βάση της Κοινωνίας μας.

Δεν θα πρωτοτυπήσω αν πω ότι η διαμεσολάβηση ως ιδέα και πρακτική βρίσκει εφαρμογή σε κάθε μορφή κοινωνικής συμβίωσης. Σε κάθε πυρήνα της ανθρώπινης Κοινωνίας, της συνύπαρξής μας: Στο σχολείο, στην οικογένεια, στους εργασιακούς χώρους, στο εμπόριο, την επιχειρηματικότητα.

Πόσες και πόσες ιδιωτικές διαφορές θα μπορούσαν να λύνονται εκτός δικαστηρίων; Χωρίς να επιβαρύνονται οι δικαστές και ο βαρύς μηχανισμός της κρατικής Δικαιοσύνης με υποθέσεις απλές, ευχερώς συμβιβάσιμες, με προφανή περιθώρια συναινετικής επίλυσης; Πόσες και  πόσες  οικογένειες διαλύθηκαν, πόσες και πόσες συνεργασίες τερματίσθηκαν με  μια  σκληρή αντιδικία, με μια δίκαιη αλλά αυστηρή δικαστική απόφαση που επέφερε την αναγκαία δικανική τομή -όπως ο Νόμος ορίζει- και δικαίωσε το ένα μέρος, αφήνοντας ηττημένο και θιγμένο το άλλο;

Πόσες και πόσες ιστορίες, μικρές κι ανώνυμες, σημαντικές όμως για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές τους, δεν συμβαίνουν γύρω μας, στα γραφεία μας, στις γειτονιές μας, στις οικογένειές μας, που μέσα μας γνωρίζουμε βαθιά ότι θα μπορούσαν να περάσουν από το τραπέζι του διαμεσολαβητή;

Νομίζω ότι τρία χρόνια μετά, κανείς δεν δικαιούται να ισχυρίζεται ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει χώρος για τη διαμεσολάβηση και τους άλλους μηχανισμούς της εξωδικαστικής επίλυσης.

Ούτε καν εξ αιτίας της επάρατης οικονομικής κρίσης που χτυπά ακόμη τη χώρα και τον λαό μας. Το αντίθετο συμβαίνει:

Υπάρχει, λοιπόν, όχι μόνο χώρος, αλλά «πεδίο δόξης λαμπρό» για τη διαμεσολάβηση στην Ελλάδα. Ο πολίτης τη θέλει, η Κοινωνία την έχει ανάγκη.

Περισσότερη ενημέρωση χρειάζεται, ευαισθητοποίηση και ισχυρότερη θεσμική κι έμπρακτη υποστήριξη από όλους.

Θα μου επιτρέψετε, λοιπόν, να μην κάνω άλλη μία συμβατική ομιλία για τη φύση, την αποστολή και τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης. Οι περισσότεροι τα έχουμε ακούσει, τα έχουμε πει, τα έχουμε «χωνέψει» μέσα μας. Είμαι βέβαιος ή τουλάχιστον ελπίζω ότι οι περισσότεροι σε αυτή τη φιλόξενη αίθουσα τα έχουν εγκολπωθεί και τα πιστεύουν βαθιά.

Θέλω να πιστεύω ότι είμαι άνθρωπος πρακτικός. Έχω μια έμφυτη προτίμηση στις πράξεις από τα λόγια. Δεν μου αρέσει ιδιαίτερα να ωραιοποιώ τα πράγματα, όταν δεν είναι ωραία από τη φύση τους, ούτε να τα βάφω μαύρα όταν έχουν άλλο χρώμα.

Αντί λοιπόν για άλλον έναν έπαινο ή άλλο ένα μνημόσυνο για τη διαμεσολάβηση, θα προτιμήσω, πριν δώσω τον λόγο στους φίλους και εκλεκτούς ομιλητές, να κάνω ορισμένες καίριες, κατά την ταπεινή μου άποψη, διαπιστώσεις, με τη δική της ξεχωριστή σημασία η καθεμιά.

 Διαπίστωση 1η  και  θετική:

Η διαμεσολάβηση είναι ακόμη εδώ. Είχα τη χαρά και την τιμή να είμαι μέλος της Επιτροπής Εξετάσεων τον περασμένο μήνα και να δω μπροστά μου ζωντανό το ενδιαφέρον τόσων ανθρώπων, νέων κυρίως, για τον θεσμό, τις δεξιότητες που τους προσέφερε, καθώς και τις προοπτικές που δημιουργεί. Ανάμεσα σ’ αυτούς βρέθηκε και μια ομάδα επίτιμων ανώτατων δικαστών που εκπαιδεύθηκαν και διαπιστεύθηκαν για να αποτελέσουν σήμερα μια ιδιαίτερη ομάδα «πρεσβευτών της διαμεσολάβησης».

Πλέον ο πίνακας των διαμεσολαβητών αριθμεί περί τα 1.600 ονόματα. Ο «ιερός λόχος» πυκνώνει τις τάξεις του. Έξι πρότυπα κέντρα κατάρτισης εξακολουθούν να εκπαιδεύουν νέους φίλους του θεσμού. Οι υποδομές υπάρχουν κι εξακολουθούν να λειτουργούν παράγοντας έργο.

Η  διαμεσολάβηση  είναι,  λοιπόν,  ακόμη  εδώ,  σε  πείσμα  των  αρνητικών σημείων και μιας γενικευμένης απογοήτευσης.

 Διαπίστωση 2η, με διάθεση αυτογνωσίας και αυτοκριτικής:

Η Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης εξακολουθεί να λειτουργεί ως «φάρος» στην ελληνική πραγματικότητα του θεσμού. Με την έμπνευση και την πνευματική καθοδήγηση του Προέδρου της, Λάμπρου Κοτσίρη, του αγαπητού σε όλους μας κυρίου Καθηγητή, η Επιτροπή συμβάλλει καθοριστικά στην προσπάθεια να κρατηθεί το καράβι της διαμεσολάβησης σε σωστή κι ασφαλή ρότα. Κι εδώ οφείλω να αναγνωρίσω ότι με την έγκριση του Υπουργείου και προσωπικά του κ. Υπουργού, η Επιτροπή Πιστοποίησης έχει επεκτείνει σημαντικά τις βασικές αρμοδιότητες που της έχει απονείμει ο νόμος, ενεργώντας ως το μοναδικό θεσμικό όργανο για τον θεσμό της  διαμεσολάβησης. Με  γνωμοδοτική αλλά  και  αποφασιστική ισχύ,  έχει κληθεί να δώσει απαντήσεις και κατευθύνσεις σε μια σειρά νομικών αλλά και πρακτικών ζητημάτων.

Του χρόνου τέτοια εποχή αυτή η Επιτροπή ενδεχομένως να μην έχει την ίδια σύνθεση. Εύχομαι όμως να έχει την ίδια σύμπνοια και το ίδιο πάθος για τον θεσμό και το μέλλον του στην Ελλάδα.

 Διαπίστωση 3η  και διεθνής:

Η διαμεσολάβηση είναι μια υπόθεση που εκτείνεται πέραν των συνόρων μας. Είναι ένα ζητούμενο διεθνές, ευρωπαϊκό. Τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αλλά πλέον και το Κοινοβούλιο ενδιαφέρονται έμπρακτα για τις προοπτικές πρακτικής αξιοποίησης διαδικασιών διαμεσολάβησης στα κράτη μέλη. Η εφαρμογή της Οδηγίας 2008/52 ασφαλώς και δεν μπορεί να αφήνει κανέναν απολύτως ικανοποιημένο. Με  εξαίρεση χώρες με  αγγλοσαξονική νομική παράδοση και ορισμένες όπως η Ιταλία που τόλμησαν και προχώρησαν σε γενναίες νομοθετικές ρυθμίσεις υποχρεωτικότητας στη διαμεσολάβηση, η πρακτική αξιοποίηση του θεσμού κινείται σε μάλλον «ρηχά νερά».

Η Ελλάδα στις σχέσεις της με τους πιστωτές και εταίρους από την Ευρώπη έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις που καταλαμβάνουν και τη διαμεσολάβηση.   Καλούμαστε να καταρτίσουμε και να εφαρμόσουμε ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Διαμεσολάβηση, με ενέργειες προώθησης, εμπέδωσης και  ενίσχυσης του  θεσμού στην  πράξη.  Η  Επιτροπή μας  έχει συμβάλει και σε αυτήν την κατεύθυνση, υποβάλλοντας σχετικές προτάσεις στο Υπουργείο, που ελπίζω να έχουν φανεί χρήσιμες στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς.

Εξ άλλου, και το πρόγραμμα τεχνικής βοήθειας από την Κομισιόν και την Αυστριακή Κυβέρνηση προς το ελληνικό Υπουργείο Δικαιοσύνης περιείχε ως θεματική ενότητα και τη διαμεσολάβηση. Αναμένεται μάλιστα να παραδοθεί μια συγκριτική μελέτη που ελπίζουμε να συνεισφέρει με χρήσιμα δεδομένα και προτάσεις για το μέλλον του θεσμού στη χώρα.

 Διαπίστωση 4η  και αισιόδοξη:

Η Πολιτεία δεν είναι μόνη. Είναι η πρώτη φορά που στην ελληνική Κοινωνία έχουμε τόση κινητικότητα, τόσο συμπυκνωμένο και έμπρακτο ενδιαφέρον για τη διαμεσολάβηση και τις άλλες εναλλακτικές μεθόδους διαφοράς. Και δεν μιλάω μόνο για ατομικό, προσωπικό ενδιαφέρον ολοένα και αυξανόμενου αριθμού ανθρώπων, επαγγελματιών, νομικών. Σύνδεσμοι, ενώσεις, σωματεία έχουν ιδρυθεί και δραστηριοποιούνται στο πεδίο της προώθησης του νέου μηχανισμού επίλυσης.

Προ ολίγων μηνών, μάλιστα, δημιουργήθηκε και ο Οργανισμός Προώθησης Εναλλακτικών Μεθόδων Επίλυσης Διαφορών (ΟΠΕΜΕΔ), με τη  συμμετοχή δέκα τεσσάρων κοινωνικών εταίρων, επιστημονικών φορέων, παραγόντων της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Μεγέθη, όπως ο ΣΕΒ, η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΤΕ, ο ΔΣΑ, το ΤΕΕ, η Ένωση Τραπεζών, ένωσαν τις δυνάμεις τους σε ένα κοινό εγχείρημα για τη διάδοση ενός νέου θεσμού στην Ελλάδα. Και αυτή η σύμπραξη έχει ιδιαίτερη σημασία και δυναμική. Φαίνεται ότι μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην επιδίωξη του κοινού μας σκοπού.

Είναι ζητούμενο πλέον όλες αυτές οι πρωτοβουλίες να συντονισθούν. Να τις ακούσει η Πολιτεία, να αφουγκρασθεί τη φωνή της Κοινωνίας και της Οικονομίας. Να βρούμε πεδία για πιθανές συνέργειες, να δουλέψουμε όλοι μαζί για το καλό της διαμεσολάβησης. Να την κάνουμε κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Να την αισθανθεί ο πολίτης, η επιχείρηση.

Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι αυτός είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος για κάτι καλό.

 Διαπίστωση 5η και μεταρρυθμιστική:

Δεν είμαι βέβαιος αν η διαμεσολάβηση δικαιούται να λέγεται «εναλλακτική» ή «ισότιμη» λύση σε σχέση με την προσφυγή στο δικαστικό σύστημα. Μου είναι όμως σαφές ότι η πρώτη δεν θα υπήρχε και δεν θα πετύχαινε χωρίς τη δεύτερη. Υπάρχει μια ισχυρή και αδιάσπαστη σχέση «συγκοινωνούντων δοχείων» μεταξύ Διαμεσολάβησης και Δικαστηρίων. Πουθενά στον κόσμο δεν πέτυχαν οι θεσμοί εναλλακτικής επίλυσης, όταν και όπου το επίσημο σύστημα κρατικής Δικαιοσύνης αδυνατούσε να λειτουργήσει αποτελεσματικά.

Πέρασαν χρόνια για να πεισθεί ο μέσος Έλληνας νομικός, ιδίως ο δικαστής, ότι η διαμεσολάβηση δεν είναι ανταγωνιστικός θεσμός προς τη Δικαιοσύνη. Τώρα πρέπει  πλέον  όλοι  να  πεισθούμε  ότι  η  διαμεσολάβηση έχει  τη  δική  της ξεχωριστή θέση στο πρόγραμμα μεταρρύθμισης της Ελληνικής Δικαιοσύνης.

Προϋποθέτει  και  συμβάλλει  σε  έναν  πιο  αποτελεσματικό,  πιο  σύγχρονο δικαιοδοτικό μηχανισμό.

 Διαπίστωση 6η  και αποφασιστική:

Δεν έχουμε άλλο χρόνο για χάσιμο.

Έγιναν λάθη, έγιναν παραλείψεις. Χάθηκαν πολύτιμες ευκαιρίες και δεν ξέρω αν απομένουν πολλές ακόμη. Η πιο λαμπρή από αυτές υπήρξε ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας που ήδη εφαρμόζεται. Το νέο άρθρο 214Γ εισάγει μεν για πρώτη φορά στο λεξικό του ελληνικού αστικού δικονομικού δικαίου το λήμμα  της  «διαμεσολάβησης», αλλά  αποτυγχάνει  να  της  προσδώσει  την αναγκαία δυναμική, να ενισχύσει την πρακτική της αξιοποίηση. Δεν καταφέρνει να την ανυψώσει σε δεσμευτική και ευέλικτη επιλογή για τον δικαστή. Και κάνω λόγο για τον δικαστή γιατί προσυπογράφω κι εγώ την άποψη εκείνων που ισχυρίζονται εκεί ακριβώς εντοπίζεται ένα κρίσιμο στοιχείο για  την επιτυχία του θεσμού: στη  συμμετοχή του δικαστή, στην έκταση στην οποία αυτός μπορεί να παραπέμψει με τρόπο ευθύ, επίσημο και δεσμευτικό μια διαφορά σε διαμεσολάβηση, πάντα με σεβασμό στο δικαίωμα των διαδίκων στον φυσικό τους δικαστή. Ο Έλληνας δικαστής έχει κύρος και αναγνωρισιμότητα που του επιτρέπουν να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στη διάδοση και πρακτική αξιοποίηση της διαμεσολάβησης.

Κι αυτό είναι μόνο μία από τις αναγκαίες νομοθετικές τομές που μπορούν να τονώσουν τον θεσμό. Να εξασφαλίσουν την πρακτική του εφαρμογή που θα τον κάνουν ακόμη πιο ελκυστικό στους πολίτες.

Πρέπει  να  προχωρήσουμε σε  υποχρεωτικές μορφές διαμεσολάβησης. Να εντοπίσουμε τις  κατηγορίες  υποθέσεων που  είναι  δεκτικές  υποχρεωτικής απόπειρας επίλυσης με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Κλασική περίπτωση η οικογενειακές υποθέσεις και τόσες άλλες ακόμη ευρείες ομάδες διαφορών.

Νομίζω ότι είναι πλέον σαφές, όσο κι αν στενοχωρώ τους δογματικούς της εθελοντικής διαμεσολάβησης ή τους άλλους σκεπτικιστές: Η υποχρεωτικότητα δεν είναι ταμπού. Όχι όταν δημιουργεί μια αυστηρή μεν, αλλά σύντομη και χαμηλού κόστους προδικασία. Που σέβεται την πρόσβαση όλων στη Δικαιοσύνη, δίνοντας όμως  στα  μέρη  τη  χρυσή,  ουσιαστική ευκαιρία για επίλυση σε μια ρεαλιστική βάση, όχι όπως με τον περίφημο εξωδικαστικό συμβιβασμό του 214Α.

Κι εδώ θα μου επιτρέψετε να γίνω και λίγο αυστηρός. Να διατυπώσω την ταπεινή αλλά ισχυρή προσωπική μου άποψη ότι θα μπορούσε η Πολιτεία να έχει δράσει πιο γρήγορα, πιο αποφασιστικά. Να έχει προχωρήσει σε γενναίες, τολμηρές λύσεις. Σε νέες διατάξεις που δεν ανακαλύπτουν τον τροχό. Αλλά φέρνουν στην Ελλάδα, προσαρμόζουν στη δική μας νομική και κοινωνική πραγματικότητα επιτυχημένες διεθνείς συνταγές. Πρέπει επί τέλους να επιταχύνουμε, να ενεργήσουμε.

Όσο κοινότοπο κι αν ακούγεται, πρέπει ξανά να ειπωθεί: Έχει έρθει η ώρα για πράξη. Για λύσεις. Για γενναία βήματα.

Δεν υπάρχουν μαγικές φόρμουλες. Δεν υπάρχουν μυστικές συνταγές.

Δεν υπάρχουν αμύθητοι θησαυροί και γενναιόδωρα κονδύλια. Υπάρχουν μόνο επιθυμίες και ευχές.

Άρα υπάρχει ακόμη πίστη.

Και η πίστη δίνει δύναμη για δουλειά.

Κι υπάρχουν πολλές βιώσιμες λύσεις και ορθές επιλογές που μπορούν να γεννηθούν και να υλοποιηθούν μέσα από τη δουλειά, τη σκληρή δουλειά, τη μελέτη, τη βαθιά μελέτη.

Κι εμείς είμαστε και εργατικοί και διαβασμένοι.

Γι’ αυτό δεν δικαιούμαστε να αποτύχουμε.

Η ελπίδα είμαστε εμείς.

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ